SCHOOLIGANS


ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ ΜΕ ΤΑ «ΝΕΑ-ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ»

 

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ
Χρήστος Ιωαννίδης

 

ΣΥΝΤΑΞΗ - ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ
Χρήστος Ιωαννίδης
Μπάμπης Χαμαλίδης

Κώστας Σκαρμέας
(Νομική Αθηνών)

 

Σ' ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ

Απόλλων Ρέτσος
(Μουσικό Λύκειο Παλλήνης)

Γιασμίν Φολίνι
(Μουσικό Λύκειο Παλλήνης)

Γιάννης Αχλαδιώτης
(Γεωπονική Αθηνών)


ΣΚΙΤΣΟΓΡΑΦΟΣ
Δημήτρης Μαστόρος
(Σχολή Ορνεράκη)

 

Το σκίτσο του εξωφύλλου
είναι του Tim Burton
από το βιβλίο 
«Ο μελαγχολικός θάνατος του Στρειδάκη» (εκδόσεις Οξύ)

 

Το περιοδικό Schooligans κυκλοφορεί τρεις φορές τον χρόνο: Οκτώβριο (άντε Νοέμβριο), Μάρτιο (άντε Απρίλιο) και Ιούνιο. Η ακριβής ημερομηνία ανακοινώνεται στο site.


«ΤΑ ΝΕΑ»

Ιδρυτής ΔΗΜ. ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ

Πρόεδρος Δ.Σ. ΧΡΗΣΤΟΣ Δ. ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ

Εκδότης-Διευθυντής ΠΑΝΤΕΛΗΣ Ι. ΚΑΨΗΣ

Σύμβουλος Έκδοσης: Β. ΓΡ. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ

Διευθυντής Σύνταξης: ΗΛ. Κ. ΜΑΤΣΙΚΑΣ

Αρχισυντάκτες: Ν. Λ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΥΑΓ. ΣΤ. ΛΙΑΛΙΟΥΤΗΣ, ΣΤΕΦ. ΣΤ. ΤΖΑΝΑΚΗΣ

Παραγωγή-Ηλεκτρονική υποστήριξη: MULTIMEDIA Α.Ε.

 

Editorial

Παρέα με τον Τζόνυ


Τον τελευταίο καιρό ο Γιάννης αργεί να γυρίσει σπίτι μετά το φροντιστήριο. Προσπερνάει τα Goody’ s και τις καφετέριες που είναι στον δρόμο του και μπαίνει σ’ ένα τσιπουράδικο γεμάτο παππούδες και παράξενους νέους. «Αυτή είναι για μένα η καλύτερη στιγμή της ημέρας» μου λέει και κατεβάζει μονορούφι ένα ακόμα ποτηράκι τσίπουρο.

Είναι καλός μαθητής. Οι καθηγητές του στοιχηματίζουν ότι θα μπει με την πρώτη στη σχολή που θέλει –την Αρχιτεκτονική. «Δεν ξέρω αν τη θέλω. Το μόνο που θέλω είναι να φύγω από εδώ». Το «εδώ» είναι μια κλασική επαρχιακή πόλη. Σε κάθε γωνία συναντάς γνωστούς. Εκείνος ονειρεύεται την ανωνυμία, το χάος της μεγάλης πόλης, τη χαρά της εξαφάνισης στο πλήθος. Εκεί μέσα ελπίζει να βρει τους ομοίους του. «Φίλους έχεις;», «Έχω έναν-δυο, έχω και μια κοπέλα που μ’ ενδιαφέρει, αλλά τίποτα που να με συναρπάζει».

Για την ώρα τον συναρπάζουν οι ζωές των άλλων. Βλέπει συνέχεια dvd και έχει γραφτεί μέλος στην κινηματογραφική λέσχη της πόλης του. Αγαπημένοι του σκηνοθέτες ο Ντέιβιντ Λιντς, ο Τζιμ Τζάρμους, ο Τιμ Μπάρτον. Ο ήρωάς του είναι ο Τζόνυ Ντεπ. Μαζί του έχει κάνει τα καλύτερα ταξίδια και τους καλύτερους φόνους. «Τι θα έκανες», τον ρωτάω, «αν είχες μόνο 24 ώρες ζωή;». Απαντάει αμέσως: «Θα κατέστρεφα».

Με τους γονείς του τα πάει γενικά καλά. Μόνο τελευταία έγινε ένας μεγάλος καβγάς όταν ανακάλυψαν ότι καπνίζει. Του άρχισαν το κήρυγμα, εκείνος αντεπιτέθηκε με βαριές κουβέντες: «Τι ξέρετε εσείς για μένα; Τι σχέση έχετε με μένα; Αν δεν ήσασταν γονείς μου, ούτε καν θα σας κοιτούσα!». Τον κοιτούσαν άναυδοι. Μια ώρα μετά είχε μετανιώσει. Τους ξανάπιασε την κουβέντα, τους το έριξε στο «εφηβικό ξέσπασμα», τους είπε ότι «και το δικό μου παιδί αύριο τα ίδια θα μου κάνει». Η τελευταία ατάκα τούς ηρέμησε κάπως, ίσως γιατί ξύπνησε μέσα τους τον παππού και τη γιαγιά. Εκείνος δεν ηρέμησε. Το βράδυ αργά, έβαλε να ξαναδεί τον «Ψαλιδοχέρη» και ήπιε μαζί του όλο το τσίπουρο που είχε κρυμμένο στο ντουλάπι.

Πριν λίγες μέρες είδε ένα κορίτσι να ανεβαίνει σε κάτι κυλιόμενες σκάλες. Εκείνος κατέβαινε. Την κοίταξε, τον κοίταξε, σκέφτηκε να την πλησιάσει, αλλά δεν έκανε τίποτα. «Δεν πειράζει», μου λέει, «ήταν πολύ ωραίο βλέμμα». Το πρόβλημα είναι ότι για εκείνον όλα είναι «βλέμμα». Ζει κινηματογραφικά. Συγκινείται, αλλά δεν κινείται. «Είσαι δειλός», του λέω για να τον προκαλέσω. «Τα κορίτσια που δεν πλησιάζεις, οι φίλοι που δε σε συναρπάζουν, η πόλη σου που σου πέφτει μικρή, αυτά είναι η αληθινή ζωή σου. Πρέπει να τα δεις σε ταινία για να τα εκτιμήσεις; Ακόμα και ο Τζόνυ Ντεπ σε τέτοιες πόλεις τριγυρνάει».

Χρήστος Ιωαννίδης