Ο ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ
“Τα τραγούδια μου
διδάσκουν την
ανυπακοή”
Αυτός ο κοντός και χοντρός κύριος είναι ο σκοτεινός μας ήρωας.
Γεννήθηκε πριν 80 χρόνια και δεν πέθανε ποτέ. Συνεχίζει να ξενυχτάει
και να κάνει παρέα με αλήτες, ποιητές και άτακτους μαθητές.
ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ Ο ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ ΣΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΜΙΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΤΟΥ
«Στην εφημερίδα “Ποντίκι” διαβάζω στις 29 Σεπτεμβρίου πως στον διαγωνισμό που προκήρυξε το Υπουργείο Παιδείας για καθηγητές μουσικής στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, απαγόρευσαν στους διαγωνιζόμενους να μεταχειρίζονται τραγούδια μου. Μόνο προσευχές και πατριωτικά εμβατήρια. Πολύ σωστά! Τα τραγούδια μου διδάσκουν την ανυπακοή και την ερωτική ανεξιθρησκία και παντοδυναμία στις πράξεις των νέων. Κι εφόσον τα τραγούδια μου είναι υψηλών προδιαγραφών ασκούν ως είναι φυσικό επιρροή στους μαθητές. Και φυσικά, κατόπιν αυτού, πώς θα ηχήσουν και πώς θα δεχτούν τα νεκρόφιλα περί πατρίδος και εκκλησίας που καλούνται να διδαχτούν στην επίσημη δημόσια εκπαίδευση; Όχι, νομίζω πως η εξεταστική επιτροπή εστάθη στο ύψος της... Απηγόρευσε ό,τι αναζωογονεί τους νεανικούς οργανισμούς. Οι νεολαίοι οφείλουν να είναι νεκροί, με εμβατήρια και προσευχές ώσπου να τοποθετηθούν, νεκροί επίσης ,στους νόμιμους πολιτικούς σχηματισμούς της ενδόξου γηραιάς πατρίδος ημών».
(ΣΚΑΪ, 14/10/1989)
Την προσοχή του Χατζιδάκι τραβούσαν συχνά μικρές ειδήσεις, μονόστηλα των εφημερίδων που περνούσαν απαρατήρητα. Όταν το 1985 έβγαλε το περιοδικό «Τέταρτο», άρχισε να αναδημοσιεύει τις ειδήσεις και να γράφει από κάτω ένα σχόλιο. Ο τίτλος της στήλης ήταν «Γεγονότα Εθνικού Περιεχομένου»
(ΤΑ ΝΕΑ, 17/9/1985)
Το σχόλιο του Μ.Χ.: Τώρα ιδίως με την επιδημία του AIDS είναι επικίνδυνος ο Σαίξπηρ όταν διδάσκει τα πάθη από τον έρωτα. Είναι πέρα για πέρα πειστικός γιατί είναι αληθινός ποιητής. Σωστά τον κρύβουν από τα σχολεία και από τους μαθητές. Όπως οφείλουν να κρύβουν από νεοέλληνες μαθητές τον ποιητή Καβάφη. Εκείνα τα επιτύμβια και για την «άφθαρτη ομορφιά» των νεαρών να λείπουν. Οι Βάρβαροι και τα Κεριά κι αυτά πολύ τους είναι!
Ιωάννινα - "Μη με κλείσετε στη φυλακή. Θέλω να δω τη μάνα μου".
Με αυτά τα λόγια εκλιπαρούσε χθες τους αστυνομικούς για να μην τον κλείσουν φυλακή, ο 15χρονος μαθητής Γ. Κρικώνης της Β' τάξεως του Β' Γυμνασίου Ιωαννίνων που πριν από 14 μήνες με μαχαίρι σκότωσε το συμπολίτη επιχειρηματία Χρ. Μαρτίνη, 29 χρονών, είκοσι μέτρα μακριά από το σπίτι του.
Και η δολοφονία που είχε χαρακτηριστεί σαν "μυστηριώδης" τότε, αποκαλύφτηκε μόλις προχτές όταν ο δράστης μαζί με δύο φίλους του είχαν συλληφθεί τη στιγμή που προσπαθούσαν να διαρρήξουν την εκκλησία του Αγ. Νικόλαου, Αγοράς Ιωαννίνων.
Με ψυχραιμία και θράσος που εξέπληξε τον πρωτοδίκη-ανακριτή Ιωαννίνων, κ. Ηλ. Αγγελόπουλο, ο δράστης εφάρμοσε την τακτική του "είπα, ξείπα"... "Ναι, εγώ τον σκότωσα τον Μαρτίνη" έλεγε τη μία φορά στον πρωτοδίκη και την άλλη αναιρούσε... "Σας είπα ότι τον σκότωσα για να μην με κλείσετε στην φυλακή... Θα με αφήσετε να φύγω;" έλεγε ο 15χρονος δράστης στον ανακριτή.
"Όχι, δεν σκότωσα" φώναξε ο μαθητής "μπουμπούκι" σαν αντίκρυσε τους γονείς του στο γραφείο του ανακριτή. "Φοβάμαι, φοβάμαι" φώναζε ο δράστης. (συνέχεια στη σελ. 2)
(ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ, 5/7/1985)
Το σχόλιο το Μ.Χ.: 13 ετών. Ήξερε καράτε. Ήταν αρχηγός! Για όλα ήταν αποφασισμένος. Τον σκότωσε γιατί τον είδε. Μετά είχε τύψεις και φοβόταν το σκοτάδι. «Ήταν καλό παιδί», φωνάζει κλαίγοντας η μάνα του. Κι όμως θα χαθεί για πάντα στο σκοτάδι. Αν έπαιζε πιάνο θα 'ταν κάτι σαν τον Σγούρο και θα του 'σφιγγε το χέρι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ενώ όλοι εμείς θα τον αντιπαθούσαμε! Ο δεκατριάχρονος αρχηγός σκοτώνει και δεν παίζει πιάνο. Φοβάται το σκοτάδι και θ' αφανιστεί μέσα σ' αυτό. Με τρομάζει, αλλά κάπου τον βλέπω πλάι μου... Πιο πολύ περιέχω αυτόν παρά τον άλλον, τον ανυποψίαστο πιανίστα!
(ΤΟ ΒΗΜΑ, 12/6/1985)
Το σχόλιο το Μ.Χ.: Ας παραμείνουν άγνωστες οι λέξεις για τους μαθητές. Εδώ δεν γνωρίζουν πολύ σημαντικότερα οι μαθητές και καταλήγει να 'ναι γελοία η ευθιξία μας στο γεγονός που δε γνωρίζουν τι λέξη «αρωγή» και «ευδοκίμηση». Άλλωστε ούτε πρόκειται να ευδοκιμήσουν ούτε να σταθούν ικανοί μάλλον για όποια αρωγή. Τουλάχιστον τώρα είναι νέοι και μαθητές! Ας τους αφήσουμε ήσυχους μες την υπέροχη άγνοιά τους.
Σε κολλήγους μετέτρεψε τους μαθητές του Γυμνασίου Σιταγρών Δράμας, ο γυμνασιάρχης Ηλίας Παπαδόπουλος. Με το πρόσχημα της εκδρομής πήγε τους μαθητές τους μαθητές του σχολείου του σε κτήμα, που ανήκει στο Υπουργείο Παιδείας, αλλά είναι μισθωμένο από τον οπαδό του ΠΑΣΟΚ, Δαμιανό Λαμπριανίδη, ο οποίος το έχει φυτέψει και τους έβαλε να το μαζέψουν.
Εκατό μαθητές μάζεψαν 800 κιλά βαμβάκι. Όσοι έφεραν αντίρρηση τιμωρήθηκαν και ένας από αυτούς απεβλήθη. Ο Λαμπριανίδης είναι μέλος του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του Γυμνασίου Σιταγρού Δράμας.
(ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ, 3/10/1985)
Το σχόλιο του Μ.Χ.: Η είδηση θυμίζει αλοτινούς καιρούς, τότε που οι μαθητές ήσαν παιδιά υποταγμένα στον αφέντη δάσκαλο, στον αφέντη πατέρα και στον αφέντη ιερέα της περιοχής. Εκείνο το «800 κιλά βαμβάκι» χαλάει κάπως την ειδυλλιακή εικόνα. Προκαλεί αγανάκτηση και την διάθεση να μαστιγωθεί τόσον ο κ. Ηλίας Παπαδόπουλος όσον και ο κ. Λαμπριανίδης, καθώς και ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων Σιταγρού Δράμας. Και τα 100 παιδιά του Σιταγρού που μάζεψαν βαμβάκι, αν συνεχίσουν έτσι, κάποτε θα παντρευτούν κι αυτά με τη σειρά τους και θα συνθέσουν έναν ακόμη Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων των αθάνατων Σιταγρών.
Επιπλοποιός συνελήφθη χθες γιατί κατείχε στο σπίτι του, στην οδό Τσαμαδού 6, παράνομο ραδιοσταθμό και λειτουργούσε με την επωνημία "Παράξενο αγόρι". Πρόκειται για τον Χαρίση Τσιάγκο, 18 χρονών, που οδηγήθηκε στον εισαγγελέα.
Το σχόλιο το Μ.Χ.: Μου το 'στειλε μια φίλη μου το ΄81 απ΄τη Θεσσαλονίκη και το βρήκα θαυμαστό. Μια σπάνια περίπτωση που ένα γεγονός περιέχει ποίηση. Βεβαίως ο εισαγγελεύς δεν είναι δυνατόν να αντιληφθεί γιατί δεν πρέπει να μένει σιωπηλό ένα παράξενο αγόρι. Υπάγεται στην ποιητική νομοθεσία και όχι στην αστική. Πού να τα ξέρει αυτά ο εισαγγελεύς και πώς ν' αφήσει το «παράξενο αγόρι» να ομιλεί μέσα απ' τα κύματα και μέσ' απ' τον αγέρα. Γι΄ αυτό κι εσίγησε για πάντα ο επιπλοποιός των 18 χρόνων, Χαρίσης Τσιάγκος τ' όνομα του! Ας είν' καλά, έστω και σιωπηλός.
Ο ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ ΚΑΙ Ο ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΦΥΝΤΑΝΙΔΗΣ
Το ασικλίκι* του Μάνου
*ομορφιά, λεβεντιά, παλικαριά
Για πολλά χρόνια τον Χατζιδάκι τον ήξερα χαλαρά. «Γεια σας, τι κάνετε, πώς είστε;». Αλλά το '81 κυκλοφόρησε μια εφημερίδα που είχε ένα εξάστηλο με τίτλο «Χατζιδάκις: ντροπή γέννας της μάνας του». Το 'δα και ανατρίχιασα. Το τι του 'λεγε εκεί μέσα δε λέγεται. Όχι τόσο για τη Δεξιά, όσο για την ομοφυλοφιλία του. Και βέβαια πρόσβαλε και τη μάνα του, που τη μάνα του τη λάτρευε. Το ίδιο βράδυ με πήρε τηλέφωνο -δεν ξέρω γιατί πήρε εμένα. Ήταν πολύ ταραγμένος. «Τι είναι αυτά τα πράγματα;» επαναλάμβανε. (Ποια ήταν η αλήθεια; Επειδή η συγκεκριμένη εφημερίδα δεν του άρεσε και τη σνόμπαρε -δεν έκανε δηλώσεις, αρνιόταν συνεντεύξεις- αυτοί για εκδίκηση βάλανε αυτό το ανυπόγραφο εξάστηλο). Δώσαμε ραντεβού και πήγαμε στο «Πάρτυ» στο Παγκράτι. Είχε ηρεμήσει. Και μέσα στ' άλλα μου πετάει την ιδέα να φτιάξουμε ένα περιοδικό. Κανονίζουμε συνάντηση με τον εκδότη, τον Τεγόπουλο, για να στήσουμε το περιοδικό. Το φανταζόταν «με το πιο φτηνό χαρτί, όχι χρώματα και αρώματα, με ουσία και με πολλή πρόκληση». Ήθελε να βάλει τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να μιλάει για κλασική μουσική -που δεν είχε ιδέα! Ή τον ποδοσφαιριστή τον Σαραβάκο να μιλάει για τη λογοτεχνία... Τέτοια προκλητικά πράγματα. Το ίδιο βράδυ, όμως, γίνεται ο μεγάλος σεισμός της Αθήνας και για 6 μήνες η ζωή στην πόλη διαλύεται. Και χαθήκαμε.
• Μετά το '81 συναντιόμασταν συχνά. Δεν ήμουν φίλος του, ήμουν σχεδόν φίλος του. Δεν ανήκα στον κύκλο του. Καμιά φορά, όμως, του άρεσε να φεύγει από τον κύκλο και να βγαίνει με μένα και τη γυναίκα μου. Δεν έχω ξαναδεί άντρα απέναντι στις γυναίκες σαν τον Χατζιδάκι: τζέντλεμαν, αβρός, κύριος! Ο Γκάτσος το 'λεγε: «Αν δεν ήταν ομοφυλόφιλος ο Μάνος, θα μας τις είχε φάει όλες!».
• Με παίρνει τηλέφωνο μια μέρα και μου λέει: «Μου δίνεις μια σελίδα στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία;». «Ευχαρίστως» του λέω «πώς θα την πούμε;». «Μικρά εθνικά θέματα». Ενθουσιάζομαι εγώ, βάζω τον αρχισυντάκτη να φτιάξει τη βινιέτα, ετοιμάζουμε και ραδιοφωνική διαφήμιση... «Πότε θα μου στείλεις τα κείμενα, Μάνο;», «Την Πέμπτη». Στέλνω την Πέμπτη κάποιον σπίτι του και δε βρίσκει κανέναν. Φτάνει η Παρασκευή, κλείνει η εφημερίδα, ο Μάνος εξαφανισμένος. Το Σάββατο τελικά τον βρίσκω: «Αχ ναι!» μου λέει «Ξέρεις τι; Δεν είχα έμπνευση. Και άμα δεν έχω έμπνευση, δεν μπορώ να γράψω. Με συγχωρείς». Πώς να μην συγχωρέσεις τον Μάνο;
• Είχε πάντα πολύ χιούμορ. Το '86, όταν έφυγε απ' το «Τέταρτο» του Κοσκωτά, τον ρώτησα: «Γιατί έφυγες;». Και μου απαντάει: «Μπήκε μια μέρα στο γραφείο μου ένας που τον έχει
Ο Σεραφείμ
Φυντανίδης μιλάει
για τον (σχεδόν)
φίλο του
για αδερφό του ο Κοσκωτάς. Και μου λέει “Κύριε Χατζιδάκι, ο αδερφός μου σας θέλει στο γραφείο του”. 'Άκου παιδί μου” του λέω “παίρνω έναν καλό μισθό για να εργάζομαι. Αν πρόκειται να πηγαίνω και στο γραφείο του κυρίου Κοσκωτά, τότε θέλω τριπλασιασμό!"». Ή καμιά φορά του λέγαμε: «Μάνο, γιατί ψηφίζεις τη Δεξιά;». «Γιατί μου επιτρέπει να τη βρίζω. Τολμάς να βρίσεις το ΠΑΣΟΚ ή το ΚΚΕ; Θα σε κρεμάσουν ανάποδα! Η Δεξιά μου το επιτρέπει».
• Ήταν πολύ φίλος με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος όμως είχε έναν καημό. Όποτε τον καλούσε, αργούσε να πάει. Μια φορά λοιπόν τον παίρνει τηλέφωνο ο Λαμπρίας: «Μάνο, σε θέλει ο Πρόεδρος στις 1 και 30 στον Αστέρα της Βουλιαγμένης. Σε παρακαλώ όμως, μην αργήσεις πάλι, δεν είναι σωστό να στήνεις τον Πρόεδρο». Βάζει ο Μάνος δέκα ξυπνητήρια, ντύνεται, παίρνει ένα ταξί, φτάνει στον Αστέρα 1 και 27. Ο Καραμανλής έρχεται ακριβώς 1 και 30. Του λέει ο Μάνος: «Όπως βλέπετε, κύριε Πρόεδρε, είμαι κάτι παραπάνω από συνεπής». Ο Καραμανλής τον κοιτάζει από πάνω ως κάτω και του λέει: «Να σου πω κάτι; Άλλη φορά προτιμώ να 'ρχεσαι πιο αργά παρά να μου 'ρχεσαι με μια κόκκινη κάλτσα και μια μπλε!».
• Δε θα ξεχάσω ποτέ ένα βράδυ του '89. Ήταν η τελευταία παράσταση που έκανε ο Χατζιδάκις στον Σείριο.
Μόλις τελείωσε το πρόγραμμα, βγαίνουμε όλη η παρέα (ήταν μαζί κι ο Σαββόπουλος, ο Μαρίνος, ο Κραουνάκης...) και λέμε «πού να πάμε;». «Ελάτε σπίτι μας» λέει η Βιργινία, η γυναίκα μου. Ήταν ένα ωραίο ανοιξιάτικο βράδυ. Τρώγαμε, κουβεντιάζαμε, τραγουδούσαμε... Και ξαφνικά ο Χατζιδάκις σηκώνεται, πάει στο πιάνο και αρχίζει να παίζει. Σωπαίνουμε όλοι. Επί είκοσι λεπτά-μισή ώρα αυτοσχεδίαζε. Ήταν κάτι που δεν έκανε ποτέ μπροστά σε παρέα. Κι εγώ είμαι στον πειρασμό: Να πάρω την κάμερα να τον τραβήξω; Ο ίδιος δεν τα 'θελε αυτά, ούτε καν φωτογραφίες. Δίστασα και δεν έκανα τίποτα. Το 'χω μετανιώσει. Έπρεπε να τον τραβήξω, έστω και κρυφά.
• Όταν αρρώστησε το '92 και πήγε στο Λονδίνο για εγχείριση, πήγαμε με τη γυναίκα μου να τον δούμε. Τον είχαν βγάλει απ' το νοσοκομείο και έμενε με την αδερφή του σ' ένα ξενοδοχειάκι δίπλα. «Καθίστε» μας λέει η αδερφή του «θα 'ρθει σε λίγο». Κι όπως καθόμαστε με τη γυναίκα μου βλέπω ένα φάντασμα να μπαίνει. Είχε μείνει μισός, ήταν ένας άλλος Χατζιδάκις. Προσπάθησα να κρύψω το σοκ. «Θυμάσαι Μάνο» του λέω «τη δεκαετία του '60, εκείνη τη χρυσή εποχή;». «Ποια χρυσή εποχή;» μου λέει «Μια κρούστα ήταν. Από κάτω έβραζε η συντήρηση και το κακό γούστο. Και τώρα συνεχίζεται αυτό και χειρότερα. Γιατί το ΠΑΣΟΚ -τουλάχιστον αισθητικά- είναι η συνέχεια της Χούντας. Τσιφτετέλια και αηδίες!». Ήταν πολύ απογοητευμένος και μάλιστα σε μια στιγμή είπε: «Έχασα τους φίλους μου, τον Γκάτσο, τον Τσαρούχη, τον Κουν, τη Μελίνα. Τι κάνω εγώ εδώ;».
• Η τελευταία φορά που τον είδα ήταν όταν με πήρε ένα βράδυ τηλέφωνο και μου λέει: «Έχετε καλό φαΐ στο σπίτι;», «Έχουμε» του λέω «αλλά απ' ό,τι ξέρω δεν πρέπει να τρως πολύ». «Ναι» μου λέει «σαν παππούς έχω γίνει. Μη το ένα, μη το άλλο, απόψε όμως θέλω να φάω». Είπα στη γυναίκα μου να φτιάξει κάτι ελαφρύ και περνάω στις εντεκάμιση απ' το σπίτι του να τον πάρω. «Πας πρώτα απ' την πλατεία Κολωνακίου;» μου λέει. Φτάνουμε στην πλατεία, «Κάνε έναν κύκλο και πήγαινε σ' εκείνο το περίπτερο». «Τι θέλεις;» του λέω. «Θέλω να κατέβω να αγοράσω ένα πακέτο τσιγάρα Davidoff». Του λέω «να πάω να στα πάρω εγώ». «Όχι, δεν κατάλαβες» μου λέει «δε θα τα καπνίσω. Το κάνω για το ασικλίκι». Κατέβηκε, τα πήρε, μπήκε στο αυτοκίνητο, άνοιξε το πακέτο, το μύρισε και το πέταξε. Για το ασικλίκι!
• Λέω συχνά ότι η δημοσιογραφία μου έχει χαρίσει τέσσερις μεγάλες χαρές: δωρεάν δίσκους, δωρεάν βιβλία, ταξίδια και γνωριμίες με συναρπαστικούς ανθρώπους. Ο πιο συναρπαστικός ήταν ο Μάνος.
THE END